Τρίτη 17 Απριλίου 2018

Σημαντικό Ομολογιακό κείμενο

Ομολογία Πίστεως - Δήλωσις Αποτειχίσεως
Τοῦ Ἰωάννη Μακαρούνη
Εν Τριπόλει, τη 15η Απριλίου, 2018

Πρός
τον Σεβ/τατον Μητροπολίτην
Μαντινείας και Κυνουρίας
κ. Αλέξανδρον
Κοιν.: π. Νικόλαο ................ 
π. Ιωάννη ................................
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν
     Σεβασμιώτατε,
     Με όλον τον ειλικρινή και πηγαίο σεβασμό προς το Χαρισματικό Μυστήριο της Ιερωσύνης το οποίον φέρετε, αλλά και με βαθύτατο πόνο ψυχής, είμαι υποχρεωμένος απέναντι στην συνείδησή μου, μα κυρίως απέναντι στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό να σας απευθύνω αυτήν την επιστολή.
Σεβασμιώτατε, όπως πολύ καλά γνωρίζετε, αυτό που Χαριτώνει τον ιερέα δεν είναι το ράσο από μόνο του, αλλά όταν ο ιερεύς ορθοτομεί τον λόγο της του Χριστού Αληθείας.  Αυτό που νομιμοποιεί τον Επίσκοπο δεν είναι ο Επισκοπικός θρόνος από μόνος του, αλλά μόνον εφόσον ο Επίσκοπος είναι και «τρόπων μέτοχος»[1].  Αυτό που μας κάνει όλους «επομένους τοις Αγίοις Πατράσι» δεν είναι το όνομα του Αγίου που παίρνουμε κατά την βάπτιση, την κουρά ή την χειροτονία, αλλά η μίμησις του ζήλου και της ομολογίας των.  Αυτό που κάνει ευλαβή τον κάθε πιστό δεν είναι η απροϋπόθετη υπακοή σε κάποιον Παπικού τύπου «αλάθητο» Επίσκοπο, αλλά η όντως απροϋπόθετη υπακοή στον μοναδικό, και όντως αλάθητο και όντως Δεσπότη, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.
Και αυτό που μας κάνει όλους Χριστιανούς, μέλη της Εκκλησίας και Σώμα Χριστού δεν είναι η ιεραρχία από μόνη της, αλλά η μέθεξη κληρικών, μοναχών και λαϊκών, στην ενότητα της ακριβούς ομολογίας των δι΄ αποκαλύψεως αληθειών, δηλαδή της Ορθοδόξου Πίστεως.  Οι ελάχιστες παρεκκλίσεις από αυτήν την ομολογιακή ενότητα (σχίσματα, αιρέσεις, κακοδοξίες, καινοτομίες, κακοπραξίες, κοκ), καθώς και τα ανθρωπογενή μεταφυσικά αποκυήματα (λοιπές θρησκείες) είναι πλάνες του Πονηρού και οδηγούν μετά βεβαιότητος στην αιώνια απώλεια.
Οφείλουμε λοιπόν όλοι να «"Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας", ἣν παρελάβομεν ἄδολον παρὰ τηλικούτων ἀνδρῶν, ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμὸν ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ διαβόλου· ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλιπῆ τὴν κεκηρυγμένην ὀρθόδοξον πίστιν»[2].
Για να μετέχετε όμως Σεβασμιώτατε είς την ενότητα της ομολογίας (Εκκλησία), ώστε να είστε «επόμενος τοις Αγίοις Πατράσι», «τρόπων μέτοχος», μέλος της Εκκλησίας και Σώμα Χριστού, έπρεπε να έχετε κάνει προ πολλού κάποια πράγματα αυτονόητα για ποιμένα και δη αρχιερέα.
Έπρεπε να έχετε καταδικάσει την πιο ύπουλη και πιο
επικίνδυνη αίρεση της Ιστορίας, και η οποία έχει δυστυχώς αλώσει την πλειοψηφία της ιεραρχίας μας, την εδώ και δεκαετίες κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού.  Έπρεπε να έχετε καταδικάσει την συμμετοχή μας στο εκτελεστικό όργανο του Οικουμενισμού, το ΠΣΕ.  Έπρεπε να ενημερώνετε διαρκώς το ποίμνιο για τις δόλιες συγκρητιστικές διδασκαλίες του Οικουμενισμού.  Έπρεπε να έχετε καταδικάσει τις ανεκδιήγητες «μετα-Πατερικές» κακοδοξίες.  Έπρεπε να έχετε καταδικάσει την δυτικόφερτη Επισκοποκεντρική αίρεση η οποία προσελκύει και πλανά τους υπερηφάνους εξ υμών Επισκόπους, και κατά την οποίαν, «όπου Επίσκοπος εκεί και Εκκλησία απροϋπόθετα», ακόμη δηλαδή και όταν κακοδοξεί.  Δεν πράξατε ποτέ, τίποτε από τα ανωτέρω για να προστατεύσετε το ποίμνιό σας από τις πάμπολες αιρετικές παγίδες απωλείας των ημερών μας.
Έπρεπε επίσης να έχετε ελέγξει πολύ αυστηρά, εξαιρετικά βλασφήμους και αιρετίζοντες αδελφούς μας και δεί «αρχιερείς», όταν αυτοί εκτρέποντο πέραν κάθε ανεκτού ορίου, όπως τον Οικ. Πατ. κ. Βαρθολομαίο ο οποίος ήδη από το 1994 εκήρυττε ότι όλες οι θρησκείες είναι οδοί σωτηρίας[3], αποτασσόμενος το πιο θεμελιώδες σωτηριολογικό δόγμα ότι «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ»[4].  Όπως επίσης τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Στυλιανό ο οποίος ήδη από το 1988 εκήρυττε ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εγεννήθη ατελής και αμαρτωλός[5].  Όπως τον Σεβ. Μητ. Γερμανίας κ. Αυγουστίνο ο οποίος «μυρώνεται» πνεύμα Εωσφορικό από Παπικούς[6].  Όπως τον Σεβ. Μητ. Ελσίνκι κ. Αμβρόσιο με τις από Ιερού Βήματος συμπροσευχές του με την νυμφευμένη λεσβία «επίσκοπο» των Λουθηρανών[7].
Όπως τον Σεβ. Μητ. Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο, ο οποίος από την μια καλεί αμετανοήτους και αναθεματισμένους Μονοφυσίτες να βεβηλώνουν την Αγία Τράπεζα[8], και από την άλλη διώκει όσους ιερείς ευλαβούνται την Ορθοδοξία[9].  Όπως τον Σεβ. Μητ. Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο ο οποίος παραδίδει Ιερούς Ναούς είς χείρας Παπικών και συμπροσεύχεται με αυτούς[10], κοκ.  Δυστυχώς, ο θλιβερός κατάλογος της Αποστασίας των «Επισκόπων» μας είναι ατελείωτος.  Έπρεπε Σεβασμιώτατε να έχετε προστατεύσει το ποίμνιo σας από τέτοιους Χριστομάχους λυκοποιμένες, νουθετώντας το ούτε να εκκλησιάζεται σε αυτούς ούτε στις Μητροπόλεις των.
Καίτοι βλασφημείται ο Κύριος, δεν ελέγξατε κανέναν Χριστομάχο.  Και όχι μόνον δεν τους ελέγξατε ποτέ, αλλά συνεχίζετε και κοινωνείτε με αυτούς τους αμετανοήτους αρνητές του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ωσάν να είναι Χριστιανοί.  Έτσι, συνομολογείτε, νομιμοποιείτε, κοινωνείτε και μετέχετε στις κακοδοξίες και τις βλασφημίες τους.  Και το χειρότερο είναι, ότι έτσι ανοίγετε την θύρα της ποίμνης είς προβατόσχημους λύκους, διότι νομιμοποιείτε τους βλασφήμους, τους κακοδόξους και τους αιρετίζοντες λυκοποιμένες στις συνειδήσεις των ανυποψίαστων αδελφών μας.  Και με αυτόν τον τρόπο Σεβασμιώτατε, προσθέτετε και τον εαυτόν σας στους λυκοποιμένες.
Φαντάζεσθε Σεβασμιώτατε τους Αγίους Αποστόλους ή τους Θεοφόρους Πατέρες να επεδείκνυαν ομοία αμέλεια και ανοχή ενώπιον τέτοιων βλασφημιών;  Για σιωπή και υπομονή κάνουν λόγο οι ρητές εντολές της Πίστεως όταν το κινδυνευόμενον είναι η Πίστις, ή για αυστηρό έλεγχο και άμεση απομάκρυνση;
Τι πιστεύετε Σεβασμιώτατε;  Ότι αναπαύεται ή ότι εξοργίζεται ο Κύριος με την στάση σας;  Πιστεύετε ότι είστε εντάξει με τις ιερές υποχρεώσεις σας ώς ποιμήν, και δη αρχιερεύς;  Πιστεύετε ότι ο ρόλος του ποιμένος είναι μόνον ώς διεκπεραιωτής των Μυστηρίων ωσάν δημόσιος υπάλληλος;  Πιστεύετε ότι ο ρόλος του Επισκόπου είναι μόνον το κοινωφελές έργο, οι εκδηλώσεις, οι προσκλήσεις, τα εγκαίνια, οι πανήγυρεις, οι προσοδοφόρες μεταφορές λειψάνων και εικόνων, τα αρχιερατικά συλλείτουργα και οι κοσμικές ομιλίες;  Δεν είναι πρώτα και πάνω απ΄ όλα ο ρόλος του ποιμένος κάθε βαθμίδος η κατήχηση, και δι αυτής, η σωτηρία του ποιμνίου;  Πότε Σεβασμιώτατε εργασθήκατε προς την ουσιώδη κατήχηση του ποίμνιου;  Και φυσικά, δεν αναφέρομαι στα παιδικά κατηχητικά, αλλά κυρίως στο Κυριακάτικο κήρυγμα.  Πιστεύετε ότι είμαστε επαρκώς θεολογημένος ο μέσος όρος του ποιμνίου σας;  Γνωρίζουμε τα δόγματα της Ορθοδοξίας;  Γνωρίζουμε ποια είναι η Ορθόδοξη Τριαδολογία, Χριστολογία και Ανθρωπολογία;  Γνωρίζουμε έστω για τις αιρέσεις και τις πλάνες της εποχής μας ώστε να προφυλασσόμαστε;  Γνωρίζουμε λόγου χάριν για τις πλάνες των Οικουμενιστών, των «μετα-Πατερικών» και των Επισκοποκεντρικών;
Και δεν θα πάω καθόλου σε βαθύτερα ζητήματα όπως το εάν γνωρίζουμε τα νοήματα της Καινής Διαθήκης, ή εάν μας κατηχήσατε ποτέ στην μελέτη της Πατερικής θεολογίας, ή εάν μας διδάξατε την νοερά προσευχή, ή εάν έχουμε μυστηριακή ζωή, για να μην πω εάν γνωρίζουμε τι είναι η μυστηριακή ζωή, ή εάν ξεχωρίζουμε τα βοηθητικά μέσα από τον σκοπό, ή εάν βαδίζουμε την σταυρική και σωστική οδό «Κάθαρσις-Φωτισμός-Θέωσις», ή εάν έχουμε ενεργό την Θεία Χάρη και βιώνουμε, ή εάν έχουμε θείο έρωτα, ή εάν φρίττουμε και γονατίζουμε όταν εμφανίζονται τα Άχραντα Μυστήρια, ή εάν έχουμε έστω την στοιχειώδη γνώση (πόσο μάλλον την ευλάβεια) να προσερχόμεθα πραγματικά «μετά φόβου Θεού, Πίστεως και αγάπης», κοκ.  Δεν θα πάω καν σε τόσο βάθος, αν και αυτό είναι η πεμπτουσία του ρόλου σας.  Θα μείνω έστω στα εντελώς στοιχειώδη, στα περί προφυλάξεως του ποιμνίου από τις πλάνες των ημερών μας.  Μα ούτε αυτά κάνετε, διότι ούτε καταγγέλετε τις αιρέσεις, ούτε τους αιρετίζοντες λυκοποιμένες.
Δεν νομίζετε ότι αθετείτε την ρητή εντολή την οποίαν σας έδωσε προσωπικά ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ότι «προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος»[11].  Δεν νομίζετε ότι προσθέσατε τον εαυτόν σας στο «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν»[12].  Δεν αντιλαμβάνεσθε ότι επαληθεύετε τον λόγο ότι «ὁ μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει· καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα»[13].
Και μόνον αυτά Σεβασμιώτατε θα ήσαν υπέρ αρκετά, ώστε οι Θείες Γραφές και οι Ιεροί Κανόνες να με υποχρεώσουν να απομακρυνθώ από εσάς και ώς ομολογία, αλλά πάνω απ΄ όλα ώστε να προστατευθώ.  Όμως χειρότερο ακόμη και από όλα τα ανωτέρω, είναι το ότι εδώ και σχεδόν 2 έτη, από τον Ιούνιο του 2016, έχετε βάλει την υπογραφή σας στα τελικά κείμενα της βλάσφημης, αιρετικής, ληστρικής και αντιχρίστου ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου, δια της οποίας εισάγεται Συνοδικά στην Εκκλησία μας και μάλιστα ύπουλα, η κατεγνωσμένη παναίρεσις του Οικουμενισμού.  Σεβασμιώτατε, είμαι βέβαιος πως γνωρίζετε ότι το σύμπαν βοά από τους τόμους των θεολογικών αναλύσεων οι οποίες έχουν γραφεί, και δια των οποίων αποδομείται ενδελεχώς η προδοτική ψευδοσύνοδος, τόσο από λαϊκούς όσο και από κληρικούς θεολόγους, καθώς και από Αγιορείτες Γέροντες και ασκητές.
Αναφορικά μόνον, θα επισημάνω μερικά βασικά σημεία τα οποία καθιστούν την υπογραφή σας προδοσία της Πίστεως.  Και εάν σας ακούγεται λίγο βαρύς ο χαρακτηρισμός, παρακαλώ κάνετε υπομονή ολίγων σειρών.  Ένα από τα βασικότερα σημεία, είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά μέσα σε δυο χιλιετίες Ορθοδοξίας, οι αιρέσεις όχι απλά δεν αναφέρονται ώς αιρέσεις, αλλά αναφέρονται και συνεπώς αναγνωρίζονται Συνοδικά ώς Εκκλησίες[14], και ας μην κοροϊδευόμαστε με ανάρμοστες για Χριστιανό υποκρισίες περί «ιστορικής χρήσης του όρου».  Με αυτόν τον τρόπο αποτάσσεστε το ίδιο το Σύμβολο της Πίστεως.  Βέβαια δικαίως αυτό φαντάζει πταίσμα, από την στιγμή που η Εκκλησία μας είναι επίσημα μέλος σε ένα παγκόσμιο σώμα αιρέσεων, το οποίο έχει την ονομασία Παγκόσμιο Συμβούλιο «Εκκλησιών» (Π.Σ.Ε.)[15].
Ενδεικτικό όμως του Πονηρού πνεύματος το οποίον εμφορούσε τους Συνοδικούς οι οποίοι υπέγραψαν είς την ψευδοσύνοδο, είναι το γεγονός ότι αναγνωρίζουν στην εποχή μας την ύπαρξη μιας και μοναδικής αιρέσεως, αυτής του «Εθνοφυλετισμού»[16].  Άρα, δια της Πονηρής αποφυγής καταγνώσεως άλλων αιρέσεων, δηλαδή δια της Πονηρής υπεκφυγής, υποκρισίας, διγλωσσίας και ασάφειας, η ψευδοσύνοδος κηρύττει εμμέσως πλην σαφέστατα, ότι οι αμετανόητοι αιρετικοί Μονοφυσίτες, οι Παπικοί, οι Προτεστάντες, οι «μετα-Πατερικοί», οι Οικουμενιστές, οι Επισκοποκεντρικοί, κοκ, δεν είναι αιρέσεις, αλλά είναι όλοι Σώμα Χριστού και μέλη της Μίας του Χριστού Εκκλησίας.  Δεν θεωρήσατε την μη κατάγνωση των αιρέσεων ώς Πονηρή ασάφεια και διγλωσσία, και ώς αναγνώριση των αιρέσεων Σεβασμιώτατε;  Δεν θεωρήσατε την αναγνώριση των αιρέσεων λόγο ικανό ώστε να αντιδράσετε;
Επίσης στην ψευδοσύνοδο, γίνεται λόγος πολύς για το ότι «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία [...] μετέσχε τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως ἀπό τῆς ἐμφανίσεως αὐτῆς καί συνετέλεσεν εἰς τήν διαμόρφωσιν καί περαιτέρω ἐξέλιξιν αὐτῆς»[17].  Μερικά αποτελέσματα των διαλόγων της εν λόγω «Οἰκουμενικῆς Κινήσεως» είναι και οι συμφωνίες του Σαμπεζύ, του Μπαλαμάντ και της Ραβέννα.  Στην Συμφωνία του Σαμπεζύ, εμείς οι Ορθόδοξοι αναγνωρίζουμε ότι Ορθόδοξοι και αιρετικοί Μονοφυσίτες έχουμε πλέον κοινή πίστη, και από εδώ και στο εξής επιτρέπεται η κοινωνία μεταξύ μας, ακόμη και ενόσω οι Μονοφυσίτες δεν αποκηρύττουν τις αιρέσεις των[18].  Στην Συμφωνία του Μπαλαμάντ, εμείς οι Ορθόδοξοι αναγνωρίζουμε ότι και οι αιρετικοί Παπικοί είναι Εκκλησία, και ότι έχουν Σωτηρία, και ότι αναγνωρίζουμε το Βάπτισμα των αιρετικών Παπικών, και ότι Ορθόδοξοι και Παπικοί από κοινού κάναμε το Σχίσμα του 1054 μΧ, και όχι ότι οι Παπικοί εξήλθαν της Εκκλησίας του Χριστού[19].  Στην Συμφωνία της Ραβέννα, εμείς οι Ορθόδοξοι υπογράφουμε μεταξύ άλλων, τις Παπικές πλάνες και δόλιες ασάφειες περί τοπικών και άλλων «πρωτείων»[20].  Ούτε αυτές τις συμφωνίες της «Οἰκουμενικῆς Κινήσεως» δεν θεωρήσατε αιρετικές Σεβασμιώτατε;  Ούτε αυτών την Πονηρή μη καταδίκη από την ψευδοσύνοδο δεν θεωρήσατε Εωσφορική διγλωσσία;
Επίσης ενδεικτικό του Πονηρού πνεύματος το οποίον εμφορούσε τους Συνοδικούς οι οποίοι υπέγραψαν είς την ψευδοσύνοδο, είναι το ότι από την μια υπογράφουν φράσεις όπως «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, οὖσα ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία»[21], και από την άλλη, στο ίδιο μάλιστα κείμενο, φράσεις όπως η φράσις «ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν»[22].  Ούτε αυτό το θεωρήσατε Πονηρή διγλωσσία Σεβασμιώτατε;  Και η Πονηρότερη έκφραση διγλωσσίας βρίσκεται μέσα στην αυτή φράση «ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν» διότι, ποιος ακριβώς είναι ο ετερόδοξος Χριστιανός;  Ποιος είναι δηλαδή ο αιρετικός Ορθόδοξος;  Ποιος είναι ο ετερόδοξος (δλδ αιρετικός) που ταυτόχρονα είναι και Χριστιανός (δλδ ορθοτομεί την Αλήθεια);  Εάν δεν είναι αυτό το απόγειο της Πονηράς διγλωσσίας τότε τι είναι;  Ούτε αυτό δεν σας βρήκε αντίθετο;
Μα ακόμη σοβαρότερη ένδειξη Πονηρής διγλωσσίας είναι το ότι ενώ η ψευδοσύνοδος αποδέχεται, εξάρει, μετέχει και συμβάλλει στον σκοπό και τις δράσεις του Π.Σ.Ε., εντούτοις, πάλι «ξεχνά» να καταγγείλει τις αιρετικές συμφωνίες που υπογράφονται στα πλαίσια του ΠΣΕ, όπως αυτές του Πόρτο Αλέγκρε[23] και του Πουσάν[24].  Στην διακήρυξη του Πόρτο Αλέγκρε, εμείς οι Ορθόδοξοι αναγνωρίζουμε ότι η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι μία και ολόκληρη, αλλά ότι όλες οι αιρέσεις είναι τα διηρημένα μέλη της, και τα οποία, όλα μαζί απαρτίζουν την Εκκλησία του Χριστού.  Υπογράψαμε δηλαδή ότι μόνο όταν βρισκόμαστε σε κοινωνία με τους αιρετικούς είμαστε Εκκλησία και Σώμα Χριστού.  Ενώ στην διακήρυξη του Πουσάν, εμείς οι Ορθόδοξοι αναγνωρίζουμε ότι ευθυνόμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι και είμαστε αυτοκατάκριτοι για την μη κοινωνία μας με τις άλλες «Εκκλησίες» (δηλαδή με τις αιρέσεις).  Ούτε την μη καταγγελία των συμφωνιών του ιδίου του Π.Σ.Ε. δεν την θεωρήσατε αποδοχή δια της Πονηράς διγλωσσίας Σεβασμιώτατε;  Δεν θεωρήσατε αυτές τις συμφωνίες του Π.Σ.Ε., ώς αιρετικές;
Εάν λοιπόν διαφωνούσε και δεν ανεγνώριζε η ψευδοσύνοδος όλες τις ανωτέρω αιρετικές συμφωνίες, τότε γιατί δεν τις κατήγγειλε;  Δεν γνωρίζατε ότι η μη καταγγελία συνιστά ευθεία αποδοχή;  Υπήρξε ποτέ σε δύο χιλιετίες Ορθοδοξίας, Ορθόδοξος Σύνοδος που να άφησε ασάφειες, ή που να μην κατεδίκασε αιρετικές κινήσεις, προς ενημέρωση και προστασία του ποιμνίου, εάν όχι ώς ομολογιακή και μόνον υποχρέωση;  Μόνον όσες κατεδικάσθησαν ώς ληστρικές είχαν τέτοιες σκόπιμες ασάφειες.  Δεν γνωρίζατε ότι η ασάφεια και η διγλωσσία είναι απόδειξις ενεργείας του Πονηρού;  Δεν αισθανθήκατε την ανάγκη να διαχωρήσετε αμέσως την θέση σας από αυτές τις προδοτικές Πονηρότητες;
Βέβαια, εάν η ψευδοσύνοδος κατήγγειλε τις ανωτέρω συμφωνίες, τότε θα έπρεπε να καταγγείλει και την ίδια την συμμετοχή της Εκκλησίας μας στο Π.Σ.Ε.  Διότι στην Δήλωση του Τορόντο την οποία έχουμε υπογράψει, και η οποία αναγνωρίζεται Συνοδικά από τα κείμενα της ψευδοσυνόδου, διαβάζουμε ότι «Οἱ Ἐκκλησίες-μέλη ἀναγνωρίζουν ὅτι τό νά ἀποτελεῖ κάποιος μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι πιό περιεκτικό ἀπό τό νά ἀποτελεῖ μέλος τῆς δικῆς του Ἐκκλησίας»[25].  Άρα, και μόνον με την συμμετοχή μας στο Π.Σ.Ε., ακόμη και εάν δεν υπήρχε καμία άλλη συμφωνία, αποδεχόμεθα την αιρετική θέση ότι όλες οι αιρέσεις μαζί, παρέα με την Ορθοδοξία, αποτελούν όλες μαζί την Μία του Χριστού Εκκλησία.  Ούτε καν αυτό δεν το βρήκατε αιρετικό Σεβασμιώτατε;  Για όλα αυτά λοιπόν, δεν καθίσταται η υπογραφή σας στην ψευδοσύνοδο, ώς προδοσία της Πίστεως;
Οι εντολές του Θεού μιλούν για ακρίβεια Πίστεως.  Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδει την ρητή εντολή «ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου»[26].  Δια γραφίδος Αγίου Αποστόλου Παύλου, το Άγιον Πνεύμα μας δίδει τις ρητές εντολές «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν»[27], «κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας»[28], «κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν»[29], κοκ.  Δεν συνιστά προδοσία της Πίστεως και άρνηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, το να αναγνωρίζουμε Συνοδικά, και μάλιστα δολίως, τις αιρέσεις της Δηλώσεως του Τορόντο και των άλλων Οικουμενιστικών συμφωνιών Σεβασμιώτατε;
Τέτοιες Πονηρές ασάφειες και διγλωσσίες διετύπωσαν οι παλαιότερες, έγκυρες Ορθόδοξες Σύνοδοι;  Έτσι αντελήφθη η ψευδοσύνοδος το «ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν»[30];  Μύγα τους τσίμπησε ξαφνικά τόσους χιλιάδες αρχιερείς, ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς στις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες της οικουμένης και αποτειχίζονται;  Γιατί δεν είχε τσιμπήσει τέτοια μύγα τους Χριστιανούς τους τελευταίους έξι σχεδόν αιώνες;  Δεν σας υπέβαλε ποτέ τέτοιον έλεγχο η συνείδησή σας Σεβασμιώτατε;  Δεν σας ενόχλησε το ότι οι υπογραφές σας σημαίνουν γυμνή τη κεφαλή, αποδοχή αιρέσεων;
Και αφού η ψευδοσύνοδος, ούτε αιρέσεις της εποχής κατέγνωσε, ούτε το μείζον ζήτημα του ημερολογίου έθιξε, ούτε καν εκείνο των παραλλήλων Επισκόπων, τότε γιατί συνεκλήθη;  Τι το τόσο σοβαρό είχε να μας πει, ώστε συνεκλήθη μια τόσο «μεγάλη» Σύνοδος;  Συνεκλήθη για να μας πει ότι η Ορθοδοξία έχει «πράσινη» συνείδηση, για να ανοίξει και Συνοδικά τον αντι-Κανονικό δρόμο για μεικτούς γάμους μεταξύ Χριστιανών και αιρετικών, για να ανοίξει τον αντι-Κανονικό δρόμο της Προτεσταντικοποίησης της νηστείας, για να καταγνώσει την «μοναδική» αίρεση του σήμερα, αυτήν του «Εθνοφυλετισμού», για να αναγνωρίσει δια της Πονηρής ασάφειας όλες τις αιρέσεις ώς Εκκλησίες, κοκ.  Ο σκοπός της ψευδοσυνόδου λοιπόν ήταν να «πλανίσει» και Συνοδικά την Ορθοδοξία, ώστε να αμβλύνουμε τις διαφορές μας με τις πλάνες των αιρετικών, ώστε να έλθουμε ένα βήμα πιο κοντά στην ένωση της Εκκλησίας μετά των αιρέσεων, αρχής γενομένης με τους Μονοφυσίτες και εν συνεχεία με τους Παπικούς, μέχρι της τελικής Πανθρησκείας του Αντιχρίστου.
Και αυτό δεν εκπλήσει Σεβασμιώτατε, όσους παρακολουθούν την πορεία των φιλο-ενωτικών προσπαθειών και δηλώσεων εκατέρωθεν, όπως αυτή του Πάπα Φραγκίσκου για τον «επείγοντα χαρακτήρα της ανάπτυξης σε πλήρη και ορατή ενότητα»[31] μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών.  Δηλώσεις όπως αυτή του Οικ. Πατ. κ. Βαρθολομαίου ότι «έφθασεν η ώρα να ασχοληθώμεν επιμελώς και με τα εμπόδια εις την αποκατάστασιν της πλήρους κοινωνίας των Εκκλησιών ημών»[32], κοκ.  Ούτε φυσικά εκπλήσει η δήλωση του Οικ. Πατ. κ. Βαρθολομαίου, ότι «ἀπεφεύχθη συνειδητῶς ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτῆς ὡς Οἰκουμενικῆς Συνόδου διὰ τὸν λόγον ὅτι δὲν καλοῦνται ὡς μέλη αὐτῆς οἱ ἐκ τῆς Δύσεως χριστιανοί»[33].
Δεν εκπλήσουν όλες αυτές οι δηλώσεις διότι κατά τον Οικ. Πατ. και την πλειοψηφία της ιεραρχίας, είναι δεδομένο, τόσο το ότι οι αμετανόητοι Παπικοί αναγνωρίζονται ώς Εκκλησία και Σώμα Χριστού, όσο και το ότι κοινός σκοπός τους είναι οι «αμοιβαίες» υποχωρήσεις, μέχρι την επίτευξη της ενώσεως.  Εξ ού και τα απαράδεκτα Πολυχρόνια, και οι ευχές εκατέρωθεν, και οι αυξανόμενες προδοσίες της Πίστεως από «αδελφούς» μας «Επισκόπους», οι οποίοι, παραβαίνοντας κάθε έννοια δόγματος και Ιερών Κανόνων, συμπροσεύχονται, συνευλογούν, αλληλο-αναγνωρίζουν Εκκλησία, Βάπτισμα, Ιερωσύνη, Μυστήρια, κοκ.
Ας μην κρυβόμαστε λοιπόν πίσω από το δάκτυλό μας ότι τάχα δεν υπάρχει κανένα φιλο-ενωτικό σχέδιο, και ότι η ψευδοσύνοδος δεν ήταν το από μέρους μας οφειλόμενο φιλο-ενωτικό, Οικουμενιστικό βήμα.  Και εσείς Σεβασμιώτατε βάλατε και την δική σας υπογραφή, ώστε δια της ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου να προωθηθεί η παναίρεση του Οικουμενισμού και να διευκολυνθεί ο δρόμος για την Πανθρησκεία του Αντιχρίστου.  Σεβασμιώτατε, τελικά για ποιόν λόγο βρίσκεσθε στην θέση του ποιμένος;  Πώς προστατεύετε τις ψυχές του ποιμνίου σας από τις αιρέσεις απωλείας των ημερών μας;  Με την υπογραφή σας σε αυτές;
Σεβασμιώτατε, κάθε λέξη την οποίαν μας άφησαν ώς μέρος της Πίστεως οι Άγιοι Απόστολοι, την έγραψαν αδιαλείπτως εμφορούμενοι από το Άγιον Πνεύμα.  Και στους ιερούς των Κανόνες, οι Άγιοι Απόστολοι, δηλαδή τον Άγιον Πνεύμα δι΄ αυτών, επιτρέπει την αποτείχιση ακόμη και για λόγους «δικαιοσύνης»[34].  Δηλαδή, όπως μας ερμηνεύει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ακόμη και για λόγους αδικίας.  Δηλαδή όχι μόνον για τα περί Πίστεως («ευσεβείας»), αλλά και για τα «περί βίου» όπως τα χαρακτηρίζει ο Ιερός Χρυσόστομος.  Γι΄ αυτό άλλωστε ο Άγιος Απόστολος Παύλος μας μεταφέρει ρητές εντολές του Αγίου Πνεύματος όπως το να αποτειχιζόμασθε («στέλλεσθαι ὑμᾶς») από «παντὸς ἀδελφοῦ», όχι μόνον εάν αυτός αιρετίζει όπως οι Συνοδικοί της ψευδοσυνόδου, αλλά ακόμη και εάν δεν διάγει ώς οφείλει, δηλαδή ώς άψογος Ορθόδοξος («ἀτάκτως περιπατοῦντος»)[35].  Ο Άγιος Ειρηναίος δε, μας αναφέρει για τους Αγίους Αποστόλους, ότι «τοσαύτην οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτῶν ἔσχον εὐλάβειαν πρὸς τὸ μηδὲ μέχρι λόγου κοινωνεῖν τινὶ τῶν παραχαρασσόντων τὴν ἀλήθειαν»[36].
Τί πιστεύετε λοιπόν ότι θα έκαναν οι Άγιοι Απόστολοι στην θέση σας;  Θα υπέγραφαν μια τέτοια προδοτική ψευδοσύνοδο ή θα έπαιρναν τους Συνοδικούς με το φραγγέλιο;  Και τί νομίζετε πως πρέπει να κάνουμε εμείς το ποίμνιο με τόσες ρητές εντολές περί αποτειχίσεως;  Να μείνουμε ευλαβείς και να υπακούσουμε στις ρητές εντολές της Πίστεως, ή να βάλουμε κάποιον «μικρό Πάπα» πάνω από τον Θεό ώς οι Παπικοί;  Να γρηγορούμε όπως προστάσσει ο Θεός[37], ή να ραθυμούμε σαν τους χλιαρούς οι οποίοι θα χάσουν την μέλλουσα ζωή[38];  Να μιμηθούμε τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τους Αγίους Αποστόλους και τους Αγίους Πατέρες, ή να μιμηθούμε τον ράθυμο δούλο[39] και τους τυμπανιαίους του Βέκκου;
Και ενώ πέρασαν έξι μήνες όπου και «οι λίθοι κεκράξονται» περί της αιρετικότητος και ληστρικότητος της ψευδοσυνόδου, και ενώ ήμουν βέβαιος ότι θα έχετε πλέον αντιληφθεί το λάθος σας και θα καταδικάσετε την ψευδοσύνοδο, επανήλθατε δρυμύτερος τον Ιανουάριο του 2017, και επισφραγίζοντας την αποδοχή σας στις αιρέσεις της ψευδοσυνόδου, διανείματε στις ενορίες της δικαιοδοσίας σας το απαράδεκτο φυλλάδιο της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος «Πρός τον Λαό»[40], δια των ψευδών, της διγλωσσίας και της δολιότητος του οποίου, διευκολύνεται η αποδοχή της ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου στις συνειδήσεις των ανυποψίαστων αδελφών μας.
Εδώ και σχεδόν 2 έτη λοιπόν, αναμένω με υπομονή η οποία περνά κατά πολύ τα όρια της συνενοχής, να καταγγείλετε την παναίρεση του Οικουμενισμού και την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου.  Κάθε προσδοκία μου όμως απέβη ματαία, καθώς οι πράξεις σας, ή ορθότερα η έλλειψις αυτών, κάθε άλλο δείχνουν παρά ομολογιακή διάθεση.
Έτσι, με αδικαιολόγητη από μέρους μου καθυστέρηση (για την οποία θα βρεθώ αναπολόγητος ενώπιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού), κατά την Β΄ Κυριακή των Νηστειών και ανήμερα της Συνάξεως του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, στις 4 Μαρτίου 2018 και ώρα 12:29μμ, σας απέστειλα ηλεκτρονικά μιαν επιστολή στην ηλεκτρονική διεύθυνση του επισήμου ιστοτόπου της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας (info@immk.gr), δια της οποίας ζητούσα ευγενικά, ταπεινά και με τον δέοντα σεβασμό, την αυτονόητη ομολογία σας.  Μέχρι και σήμερα, 42 ημέρες μετά την αποστολή της εν λόγω επιστολής μου, με βαθειά απογοήτευση είμαι αναγκασμένος να δηλώσω ότι δεν έχω λάβει απολύτως καμίαν απάντηση.
Η εκκωφαντική σιωπή σας Σεβασμιώτατε επαληθεύει για πολλοστή φορά ότι είναι απολύτως συνειδητή η από μέρους σας αποδοχή της ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου και της κατεγνωσμένης παναιρέσεως του Οικουμενισμού.  Για πολλοστή φορά αποδεικνύετε ότι αρνείστε τον Χριστό εν καιρώ αιρέσεως.  Σεβασμιώτατε, με πόνο ψυχής, με βαθειά αγάπη αλλά και με την ταπεινή, αδελφική παρρησία την οποία μας νουθετεί να έχουμε μεταξύ μας ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, σας λέγω ότι έχετε πρό πολλού παύσει να είστε «τρόπων μέτοχος» και «επόμενος τοις Αγίοις Πατράσι».  Έχετε δυστυχώς πρό πολλού θέσει εαυτόν εκτός της ομολογιακής ενότητος της Εκκλησίας.
Μη δυνάμενος άλλο να αντέξω τον έλεγχο της συνειδήσεως, ήδη από τα τέλη του Απριλίου του 2017 απείχα του εκκλησιασμού σε ενορίες που σας μνημονεύουν.  Πάραυτα, συνέχισα να κάνω ματαίως υπομονή.  Όμως κάθε αφελής υπομονή στην ένοχη σιωπή με κάνει όλο και πιο μέτοχο στον μολυσμό, όλο και πιο συνένοχο στην αίρεση.  Συνεπώς.
Δηλώνω υπεύθυνα και δημοσίως ότι διακόπτω κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με εσάς και όσους ιερείς σας μνημονεύουν.  Δεν προσχωρώ σε Παρασυναγωγές, Σχίσματα, παρατάξεις ΓΟΧ ή άλλες εκτός Εκκλησίας συνοδικές ή μη οργανώσεις.  Με την βοήθεια του Θεού, αναζητώ Ιεροκανονικά αποτειχισμένους ιερείς εντός της Εκκλησίας για να εξομολογούμαι και να μεταλαμβάνω των Αχράντων Μυστηρίων.  Εφόσον δεν βρίσκω, θα προσεύχομαι εις την οικίαν μου μέχρις ότου είτε βρω, είτε καταδικάσετε Σεβασμιώτατε την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου και τον Οικουμενισμό, είτε γίνει Ορθόδοξος Σύνοδος που θα καταδικάσει την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού και τους κακοδόξους λυκοποιμένας.
Σεβασμιώτατε αδελφέ κ. Αλέξανδρε, αναγνωρίζω την προσωρινή αρχιερωσύνη σας και την προσωρινή εγκυρότητα των Μυστηρίων σας, μέχρι Συνοδικής καταδίκης.  Αναγνωρίζω ότι προσωρινά είστε «θρόνων διάδοχος», αλλά μέχρις εκεί.  Όχι «τρόπων μέτοχος».  Σιωπάτε, ανέχεσθε και κοινωνείτε με τους αιρετίζοντες «αδελφούς» μας «αρχιερείς».  Στηρίζετε και προωθείτε μιαν αιρετική και ληστρική ψευδοσύνοδο.  Δεν ενημερώνετε το ποίμνιο για την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού.  Δεν αγωνιάτε για την σωτηρία των αδελφών μας.
Οι ρητές εντολές των Ευαγγελίων, των Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων για άμεση, και πρό Συνοδικής διαγνώσεως αποτείχιση και προφύλαξη λαϊκών, μοναχών και κληρικών από τον μολυσμό της κοινωνίας με ανευλαβείς, κακοδόξους, αιρετίζοντες και εν δυνάμει αιρετικούς προϊσταμένους και «ποιμένες», δεν έχουν να κάνουν με την προσωρινή εγκυρότητα των Μυστηρίων τους, αλλά με την επικίνδυνα μειωμένη Χάρη την οποία κοινωνείς δι΄ αυτών.  Συνεπώς, όπως διδάσκουν με το παράδειγμά τους άμετροι Άγιοι, είναι προτιμότερο μετά λύπης μου να στερηθώ των Αχράντων Μυστηρίων ευλαβούμενος την παραδοθείσα Πίστη, παρά να μεταλαμβάνω απερίσκεπτα και άνευ «φόβου Θεού» των Αχράντων Μυστηρίων από χείρας ανευλαβών, γινόμενος έτσι και εγώ συνένοχος στην ασέβεια και την βλασφημία.
Στην Εκκλησία, δηλαδή στην μέθεξη είς την ενότητα της ορθής ομολογίας, μετέχει όποιος μετ΄ ευλαβείας φυλάττει μέσα του την Ορθοδοξία.  Η μέθεξη στην Εκκλησία δεν εξασφαλίζεται δια μαγείας, όταν απερισκέπτως και αναξίως μεταλαμβάνουμε των Αχράντων Μυστηρίων.  Η Θεία Μετάληψη δεν είναι μαγικό φίλτρο του Χάρι Πότερ, δια του οποίου να διασφαλίζεται η μέθεξή μας στην Εκκλησία.  Δεν είναι το σωσίβιο του δειλού που σιωπά.  Δεν μας ξεπλένει από το αίμα των αμαρτανόντων.  Αντιθέτως, γίνεται η πέτρα στον λαιμό μας και μας αποκόπτει από την Εκκλησία.  Ούκ ολίγα τα παραδείγματα των αναξίως μεταλαμβανόντων και δαιμονισθέντων, με πρώτο πρώτο εκείνο του Ιούδα.  Ούτε η ενότητα της Εκκλησίας διαφυλάσσεται από Μασονικού ή γκανγκστερικού τύπου σχέσεις μελών, ώστε να διασφαλίζεται με σχέσεις απροϋπόθετης υποταγής σε κάποιον «Μέγα Άρχοντα» ή «Μικρό Πάπα», όπως ούτε λίγο ούτε πολύ, κηρύττει η αίρεση του Επισκοποκεντρισμού.
Όταν έχεις μέσα σου, και ευλαβείσαι, και υπακούς μέχρι μαρτυρίου τα δόγματα και τους κανόνες της Ορθοδοξίας, τότε είσαι αναπόσπαστο μέλος της Εκκλησίας, και όσοι δεν το αντιλαμβάνονται το σκότος και το κρίμα είναι δικό τους.  Και όταν διώκεσαι επειδή ευλαβείσαι την παράδοση και την ακρίβεια της Πίστεως, τότε όχι απλά είσαι εντός Εκκλησίας, αλλά έχεις και τα επ΄ αυτού αιώνια διαπιστευτήρια.  Μάρτυς μου ο Θεός, ο οποίος μας υπεσχέθη ότι «μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[41].
Την αλήθεια ότι την Εκκλησία δεν την κάνουν οι κακόδοξοι «ποιμένες» και ο εκκλησιασμός είς αυτούς, αλλά η ευλαβής διαφύλαξη της Πίστεως, δεν την ομολογούν μόνον οι λόγοι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, αλλά και οι πράξεις των.  Είτε πάρουμε βίους όπως του Αγίου Μάρκου του Αθηναίου, ο οποίος είχε να δεί άνθρωπο (πόσο μάλλον να κοινωνήσει) ενενήντα έτη, και του οποίου τα μέτρα δεν τα έφθασε κανείς ασκητής έκτοτε.  Είτε πάρουμε βίους όπως του Ιερού Χρυσοστόμου ο οποίος πέθανε ιερώς αποτειχισμένος, καθηρμένος και αφορισμένος.  Είτε πάρουμε την νεκρική ευκαμψία του αφορισμένου, μακαριστού ομολογητού Νικολάου Σωτηρόπουλου, θα δούμε ότι σε κάθε περίπτωση, πραγματικό μέλος της Εκκλησίας και πραγματικά σωσμένος είναι εκείνος ο οποίος διαφυλάττει μέσα του με περισσή ευλάβεια την ακρίβεια της Πίστεως, καίτοι αδίκως καθηρμένος ή αφορισμένος, για το όνομα και την αγάπη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Άλλωστε, θα ήτο ποτέ δυνατόν, η εφαρμογή των Θείων εντολών και των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας να μας οδηγούν εκτός Εκκλησίας;  Μα γι΄ αυτό ακριβώς υπάρχουν, για να διαφυλάσσεται δια της ιεράς αποτειχίσεως πάνω απ΄ όλα η ακρίβεια της Πίστεως.  Γίνεται Ιερός Κανόνας της Εκκλησίας να σε οδηγεί εκτός Εκκλησίας;  Η αγία ανυπακοή και η ιερά αποτείχιση δεν είναι απλά εντός Εκκλησίας.  Είναι η Εκκλησία.  Είναι η Κανονική διαφύλαξη της Εκκλησίας από την αίρεση.  Ο ιερώς αποτειχισμένος υψώνει «τείχος» προστασίας όχι από την Πίστη (δλδ την Εκκλησία), αλλά από την αίρεση.  Ο αποτειχισμένος μένει εντός Εκκλησίας, και απομακρύνεται από τον αιρετίζοντα ψευδοποιμένα.
Γι΄ αυτό υπάρχει και το Πατερικό ρητό «ο είς και η Αλήθεια αποτελούν πλειοψηφία».  Γι΄ αυτό και έχουμε παραδείγματα όπως του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ο οποίος έμεινε μόνος του, αποτειχισμένος από όλους τους Πατριάρχες, όλους τους Αρχιεπισκόπους, όλους τους Μητροπολίτες, όλους τους Επισκόπους, όλους τους ιερείς, όλους τους Ηγουμένους και όλους τους «Ορθοδόξους» της εποχής του.  Και όμως, η θεσμική μας Εκκλησία, η εν τη πλάνη τότε θεσμική Εκκλησία μας η οποία τον αφόρισε, τον βασάνισε και τον εξόρισε, αναγκάστηκε εκ των υστέρων να αναγνωρίσει ότι αυτός και μόνον αυτός, ένας άνθρωπος σε ολόκληρο τον κόσμο, ήταν η Μία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, εφόσον αυτός μόνον κράτησε την ορθή Πίστη.  Η ευλάβεια και η ακρίβεια της Πίστεως είναι η αποκλειστική προϋπόθεση της υπακοής.  Αυτής απούσης, καμία υπακοή σε κανέναν, παρά μόνον στον Θεό.
Αυτά λένε τα Ευαγγέλια, οι Άγιοι απόστολοι, οι Άγιοι και Θεοφόροι Πατέρες και οι Ιεροί Κανόνες.  Γι΄ αυτό και ο Ιερός Χρυσόστομος μας διευκρινίζει ότι το «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε»[42] ισχύει μόνον εφόσον ο ποιμήν ορθοτομεί κατ΄ ακρίβειαν τον λόγο της του Χριστού Αληθείας[43].
Η Εκκλησία μας όμως έχει και παραδείγματα Ορθοδόξων οι οποίοι δεν επέλεξαν την ιερά αποτείχιση εν καιρώ αιρέσεως, αλλά την κακή υπακοή.  Είναι για παράδειγμα οι τυμπανιαίοι της Μεγίστης Λαύρας, και όχι μόνον.  Γιατί αυτούς δεν τους έσωσε η υπακοή στον οικείο τους προϊστάμενο;  Γιατί δεν τους έσωσε ο «Επίσκοπος»;  Γιατί δεν τους έσωσε έστω η Θεία Μετάληψη;  Γιατί αυτοί που έμειναν εντός της θεσμικής Εκκλησίας μετέβησαν «ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται»[44];  Μήπως επειδή δεν υπήρχε πάνω απ΄ όλα η σωστική μέθεξη στην ενότητα της Πίστεως;  Μήπως επειδή έκαναν και αυτοί «οικονομία» και κοινωνούσαν με αυτούς που επιζητούσαν την ένωση με τους αμετανοήτους Παπικούς όπως κάνουν και οι σημερινοί Οικουμενιστές, οι οποίοι υπέγραψαν και την ψευδοσύνοδο;
Επειδή λοιπόν Σεβασμιώτατε μέσα στα πάθη, στην αμαρτωλότητα και στην αναξιότητά μου, προσπαθώ τουλάχιστον να μην προδώσω τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό όπως οι φιλο-ενωτικοί του Βέκκου, θα κρατήσω μέχρι μαρτυρίου τον λόγο Του, όσο η Χάρις Του μου το επιτρέψει, αποτειχιζόμενος από την αίρεση και παραμένων έτσι πάντοτε εντός της Εκκλησίας Του, έστω και ώς ανάξιος και αμαρτωλός.  Έχω την ελπίδα ότι ώς αμαρτωλός μπορεί να συγχωρεθώ.  Γνωρίζω όμως ότι δεν πρόκειται να γλυτώσω ούτε ώς χλιαρός, ούτε ώς σιωπών, ούτε ώς κοινωνών τη αιρέσει.
Με τί θράσος Εωσφορικό μπορώ εγώ να εξεγερθώ και να μην υπακούσω στην ρητή εντολή του Θεού και Πατρός ημών, όταν Αυτός μας λέγει «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες»[45];  Τότε γιατί μας έδωσε τέτοια ρητή εντολή;  Για να κάνουμε ανυπακοή στον Πατέρα μας όπως ο Έκπτωτος;  Εκείνου το παράδειγμα θα ακολουθήσουμε;  Θεός φυλάξει!  Και εάν σήμερα δεν είναι ψευδοπροφήτης ο «ποιμήν» εκείνος ο οποίος προωθεί τις Πονηρές διγλωσσίες και τους προδοτικούς σκοπούς της ψευδοσυνόδου, τότε ποιος είναι;
Έχω επίσης ιερά υποχρέωση να υπακούσω στην ρητή εντολή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι «ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν»[46], εφόσον η «φωνή» σας Σεβασμιώτατε σίγησε, και δεν ηχεί το γνώριμο άκουσμα της Αληθείας.  Έχω την ιερά υποχρέωση να υπακούσω στην ρητή εντολή του «στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ᾿ ἡμῶν»[35], εφόσον Σεβασμιώτατε περιπατείτε ατάκτως σε Οικουμενιστικές ατραπούς απωλείας, μακράν της ασφαλούς Ουρανοδρόμου παραδόσεως.  Έχω την ιερά υποχρέωση να υπακούσω στη ρητή εντολή, «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾿ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω»[47], εφόσον με την υπογραφή σας στις αιρέσεις της ψευδοσυνόδου και με την διανομή του φυλλαδίου «Πρός τον Λαό», ευαγγελίζεσθε παρά τα διατεταγμένα της Πίστεως.  Έχω τέλος την ιερά υποχρέωση να υπακούσω στην ρητή εντολή «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις»[48], εφόσον Σεβασμιώτατε μας ζητάτε να πειθαρχήσουμε και να αποδεχθούμε δια της σιωπής την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού και την αιρετική ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, ενώ ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας ζητά να «κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας»[28].
Η αποτείχισίς μου λοιπόν Σεβασμιώτατε γίνεται για τέσσερις λόγους.
Πρώτον, επειδή με ελέγχει με μεγάλη ένταση η συνείδησή μου.  Κάθε Χριστιανός, που νιώθει Χριστιανός, νιώθει την ακαταμάχητη υποχρέωση να ομολογήσει το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ευλαβούμενος την μεγαλυτέρα εντολή: «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου»[49].  Και ακριβώς λόγω αυτής της αγάπης την οποίαν ούκ έχω, αλλά την οποίαν διαρκώς ικετεύω να μου ελεηθεί, πηγάζει και η ευλάβειά μου πρός την τήρηση των ανωτέρω ρητών εντολών περί αποτειχίσεως από τους ψευδοποιμένες.  Πώς γίνεται να νιώθεις τον Χριστό, και να μην νιώθεις ότι πρέπει να απομακρυνθείς από αυτήν την ανυπόφορη προδοσία της Πίστεως η οποία συντελείται τόσο αθεόφοβα.
Δεύτερον, η αποτείχισίς μου είναι μια πονετική πράξις ειλικρινούς αδελφικής αγάπης προς το πρόσωπό σας Σεβασμιώτατε.  Από την αγάπη προς τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό δεν θα μπορούσε να μην πηγάζει και το «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»[50].  Και από την έντιμη αγωνία μου για την ανερμήνευτη και καταστρεπτική σιωπή σας πηγάζει και η εφαρμογή της αποτειχίσεώς μου, ώς ενα πιο δραστικού «μὴ συναναμίγνυσθε αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ»[51].  Άλλωστε, η ιερά αποτείχισις δεν είναι άλλο παρά η έσχατη μορφή διαμαρτυρίας του Χριστιανού.  Και η διαμαρτυρία αυτή είναι εντός της Εκκλησίας.  Γι΄ αυτό άλλωστε και ορίζεται τόσο από τα Ευαγγέλια, όσο και από τους Αγίους Αποστόλους, τους Αγίους Πατέρες και τους Ιερούς Κανόνες.
Τρίτον, για να μην γίνομαι άλλο συνένοχος στην «νομιμοποίηση» των «μετα-Πατερικών» κακοδοξιών, της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και της ψευδοσυνόδου του Κολυμπαρίου στις συνειδήσεις των λιγότερο ενημερωμένων αδελφών μας.  Για να μην γίνω μέρος του σκανδάλου και υπαχθώ έτσι στο κολάσιμο «οὐαὶ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾿ οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται»[52].  Πώς είναι δυνατόν να αντέξει η συνείδηση ενός Χριστιανού στην φρικτή σκέψη, ότι οι ανυποψίαστοι αδελφοί μας βαδίζουν προς την παναίρεση της απωλείας χαίροντες εν πλήρη αγνοία.  Πώς να συνεχίσω να εκκλησιάζομαι σαν να μην συμβαίνει τίποτε, και να «νομιμοποιώ» έτσι την ψευδοσύνοδο;  Πώς να είναι ειλικρινής η ομολογία μου εάν μένει στα λόγια;
Και τέταρτον, γίνεται για την δική μου προστασία από την επικίνδυνη μείωση της Χάριτος την οποία επιφέρει η κοινωνία με την κακοδοξία (μολυσμός).  Έτσι, υπακούω και εμπιστεύομαι την εντολή-υπόσχεση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ότι «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς»[53].
Σεβασμιώτατε αδελφέ κ. Αλέξανδρε.  Όπως ήδη από τις πρώτες λέξεις αυτού του κειμένου κατέθεσα, όλη αυτή η προσπάθεια κατεπονήθη με πλήρη σεβασμό και με ειλικρινή πόνο.
Το κίνητρό μου δεν ήταν η υπερηφάνεια, η εμπάθεια ή το μίσος, διότι τα όσα γράφω δεν αφορούν διόλου τα απολύτως σεβαστά και ιερά περί βίου σας, αλλά τα περί Πίστεως.  Δεν ισχύει λοιπόν εδώ το «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε·»[54], διότι όπως μας ερμηνεύει ο Θεόπνευστος και Ιερός Χρυσόστομος, «Τό, Μὴ κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε, περὶ βίου ἐστίν, οὐ περὶ πίστεως»[55].  Άλλωστε, θα ήμουν ο τελευταίος ο οποίος θα τολμούσε να κουνήσει το δάκτυλό του για να καταδείξει το κάρφος του αδελφού του, και δη ενός ιερέως.
Ούτε με αναπαύει η ιδέα της αναρχίας και της ανυπακοής.  Αντιθέτως, ζηλεύω (με την καλή έννοια) όσους έχουν την πολύ σπάνια στις ημέρες μας τύχη να ακολουθούν τον αγιαστικό δρόμο της υπακοής σε έναν ομολογητή πνευματικό-εξομολόγο.  Ούτε θεωρώ τον εαυτό μου αναμάρτητο και καθαρό, διότι γνωρίζω ότι «Έγώ δὲ ὁ πανάθλιος πάντας ὑπερβαίνων ταῖς ἁμαρτίαις», και «οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως».
Ούτε έχω τόση Εωσφορική υπερηφάνεια ώστε να θεωρώ εαυτόν ώς ένα νέο Άγιο Μάρκο Ευγενικό.  Γνωρίζω όμως ότι όσο αμαρτωλός, όσο αγράμματος και όσο αναρμόδιος εκ των αδελφών μας και αν είμαι σε ζητήματα Πίστεως, δεν θα έχω απολογία ενώπιον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εάν σιωπήσω όταν το κινδυνευόμενον είναι η Πίστις.  Διότι πέραν από τις πλείστες όσες ρητές εντολές της Πίστεως υπάρχουν περί αποτειχείσεως, υπάρχουν και άλλες πάμπολες ρητές εντολές Σεβασμιώτατε, οι οποίες ομιλούν περί σιωπής.
Ενδεικτικά ας αναφέρω, ότι για την ένοχη σιωπή των «ποιμένων» εν καιρώ αιρέσεως, ο Μέγας Βασίλειος μας προειδοποιεί ότι «το αίμα του ημαρτηκότος εκ των χειρών του σκοπού εκζητηθήσεται»[56].  Για την ένοχη σιωπή όλων μας εν καιρώ αιρέσεως, ο Μέγας Βασίλειος μας προειδοποιεί ότι και «ο σιωπήσας μόνον, ένοχος του αίματος των αμαρτανόντων ευρίσκεται»[56].  Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας προειδοποιεί ότι θεωρείται και θα κριθεί ώς άθεος εκείνος ο οποίος σιωπά εν καιρώ αιρέσεως[57].  Ο Ιερός Χρυσόστομος μας προειδοποιεί ακόμη πιο ξεκάθαρα, ότι εκείνος ο οποίος σιωπά εν καιρώ αιρέσεως έχει μόνον την κόλαση να προσμένει, και ότι εν ημέρα κρίσεως θα τον οδηγήσουν εκεί οι δυνάμεις των δαιμόνων[58].
Και ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, για να μην πλατειάσω άλλο, μας εφιστά την προσοχή ότι το να φωνάξουμε για τα δίκαια της Πίστεως εν καιρώ αιρέσεως δεν είναι απλά Θεάρεστο, αλλά ρητή εντολή του Θεού.  Και η ρητή αυτή εντολή του Κυρίου μας δεν αφορά μόνον τους θεολόγους ή τους ιεράρχες αλλά τους πάντες.  Από τον άστεγο και τον επαίτη μέχρι και τον αγράμματο.  Διότι όπως γράφει χαρακτηριστικά, «Εντολή γαρ Κυρίου μη σιωπάν εν καιρώ κινδυνευούσης πίστεως. [...] Ώστε ότε περί πίστεως ο λόγος, ουκ έστιν ειπείν, εγώ τίς ειμι; [...] Και συ ο μέλλων ευθύνεσθαι υπό Θεού εν καιρώ ετάσεως, και περί αργού ρήματος, καν επαίτης εί, διδόναι λόγον [...] Ώστε και αυτός ο πένης πάσης απολογίας εστέρηται εν ημέρα κρίσεως, μη τανύν λαλών ως κριθησόμενος και δια τούτο μόνον»[59].
Αυτές λοιπόν οι ρητές εντολές και προειδοποιήσεις της Πίστεως τις οποίες εδιδάχθημεν δια των Αγίων μας Πατέρων, είναι αυτές οι οποίες με ώθησαν στο να συντάξω και να σας αποστείλω αυτό το ομολογιακό κείμενο.  Διότι εφόσον είναι εντολή Κυρίου όλοι μας να αναλάβουμε δράση εν καιρώ αιρέσεως, τότε ποιός είμαι εγώ που θα κάνω ανυπακοή στον Θεό;  Ποιός είμαι εγώ που θα αγνοήσω τις ρητές εντολές της Πίστεως τις οποίες μας απεκάλυψαν οι Άγιοι;  Ποιός είμαι εγώ που θα βάλω την υπακοή στον, κατά τα άλλα σεβαστότατο και αγαπητότατο, ποιμένα μου πάνω από την υπακοή στις εντολές της Πίστεως;  Όσο λοιπόν αμάρτησα δια της σιωπής αμάρτησα, και είμαι ένοχος για την σιωπή μου αυτή, και θα δώσω λόγο «ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως».  Όμως η ένοχη σιωπή μου παύει εδώ και τώρα, και δεν προσμετρά άλλη καταδικαστική ημέρα.
Δεν σας κρύβω ότι αμφιταλαντεύθηκα λίγο για το μήπως χρειάζεσθε κι άλλο χρόνο για να ενημερωθείτε και να ομολογήσετε.  Όμως συνειδητοποιώ ότι τέτοιοι λογισμοί αμφιβολίας είναι εκ του Πονηρού υποβαλλόμενοι, διότι, πόσο χρόνο αλήθεια χρειάζεται ένας ευλαβής Χριστιανός και δη ποιμένας, για να ελέγξει την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού, η οποία εισήχθη στην Εκκλησία μας ήδη από το 1902[60];  Πόσο χρόνο χρειάζεται για να καταγγείλει την συμμετοχή μας στο Π.Σ.Ε. η οποία ξεκινά ήδη από το 1948;  Πόσο χρόνο χρειάζεται για να ελέγξει τις κακοδοξίες του κ. Βαρθολομαίου, οι οποίες ξεκινούν ήδη από την διδακτορική του διατριβή το 1968;  Πόσο χρόνο χρειάζεται για να ελέγξει τις Οικουμενιστικές κακοδοξίες των «μετα-Πατερικών» εντός των Ελληνικών Θεολογικών Σχολών ήδη από την δεκαετία του 1970;  Πόσο χρόνο επιτέλους χρειάζεται ένας «αρχιερεύς», για να ελέγξει την Μασονία μέσα στην ιεραρχία, τον τυχοδιωκτισμό, τον καιροσκοπισμό, τον σκανδαλισμό, την δυτικίζουσα εκκοσμίκευση, τα αντι-Κανονικά Μυστήρια όπως οι μεικτοί γάμοι και οι Παπικού τύπου «βαπτίσεις» χωρίς πλήρη τριπλή κατάδυση, κοκ;  Πόσο χρόνο χρειάζεται για να καταδικάσει την πρό διετίας συγκληθείσα ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου;  Πόσες ψυχές αδελφών μας πρέπει να οδηγηθούν στην αιώνια απώλεια πρίν αποφασίσει να διαποιμάνει ο «ποιμήν»;  Άραγε, στα πόσα χρόνια γίνεται το «άχρι καιρού» υποκρισία;
Οι Άγιοι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες αντιδρούσαν, ήλεγχαν, και κατεδίκαζαν την βλασφημία και την αίρεση ακαριαία.  Δεν ανέχοντο να επελαύνει η αίρεσις, να δηλητηριάζει και να αλλοιώνει το Ορθόδοξο φρόνημα των αδελφών τους επί δεκαετίες ολόκληρες, με μια Εωσφορική ιδέα περί «οικονομίας» και «υπομονής», ουδαμού υπαρκτής επί ζητημάτων διαστροφής ή προσβολής της Πίστεως.  Όμως για να ελέγξεις, να καταγνώσεις και να καταγγείλεις κάτι, πρέπει πρώτα να διαφωνείς με αυτό, έτσι δεν είναι Σεβασμιώτατε;
Ο χρόνος που είχατε στην διάθεσή σας για να διερευνήσετε, να καταγνώσετε και να καταγγείλετε την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού, τους σφόδρα αιρετίζοντες λυκοποιμένες ψευδεπισκόπους και την προδοτική ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, ήταν πολύ περισσότερος από όσο θα χρειαζόταν και ο τελευταίος Ορθόδοξος αρχιερεύς.  Άρα λοιπόν Σεβασμιώτατε ποτέ δεν σας έλειψε πραγματικά ο χρόνος, αλλά η Ομολογία.
Σεβασμιώτατε αδελφέ κ. Αλέξανδρε, θα συνεχίσω να προσεύχομαι με πολύ θέρμη για εσάς.  Είθε ο Πανάγαθος Θεός να σας ελεήσει με την Χάρη Του ώστε να δείτε την Αλήθεια, και να καταγγείλετε την κατεγνωσμένη παναίρεση του Οικουμενισμού και την αιρετική ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου.  Είθε να σας ελεήσει με την Χάρη Του, ώστε να μην προσβληθείτε από Εωσφορική εντροπή και δειλία, και αυτό σας εμποδίσει να ομολογήσετε.  Είθε να αποτελέσετε φωτεινό παράδειγμα ομολογητού Πατρός εν καιρώ πολέμου και αιρέσεως.  Είθε να επανέλθετε εντός της Εκκλησίας του Χριστού, ώστε να μην χάσετε την μοναδική ευκαιρία σωτηρίας την οποίαν μόνον αυτή η ομολογιακή ενότης προσφέρει.  Είθε να παύσετε την ανευλαβή κοινωνία σας με τις αιρέσεις και τους αιρετίζοντες, ώστε να μπορέσω και εγώ να ακολουθήσω και πάλι ευπειθώς, το ποιμαντικό πρόσταγμά σας.  Είθε να επιστρέψετε εντός των σωτηρίων τειχών της Ορθοδόξου Πίστεως, «ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν».  Αμήν.
Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν
Μετά φόβου Θεού
Ιωάννης Μακαρούνης
________________________________
[1] Απολυτίκιον Ιεραρχών: «Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος [...] τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος...»
[2] Πρακτικά και Πράξεις Συνόδων (Mansi), Τόμος 40, «Εγκύκλιος της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας» του 1848, παρ. 20, σελίς 411
[3] «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», Τεύχος 603, σελίς 15 καὶ «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», Τεύχος 494, σελίς 23, Γενεύη 1994. «Ἐπίσκεψις» 511/30-11-1994 καὶ «Ὀρθόδοξος Τύπος» 11-9-2009, «Ἀδέσμευτος Τύπος» (Μήτση) 21/9/2004,  «ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ», Τεύχος 523, σελίς 12, Γενεύη 1995
[4] Ιω. ιδ΄ 6, «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ»
[5] «Φωνή της Ορθοδοξίας», Τόμος 9, Νο 12, Τεύχος 108, Δεκέμβρος 1988
[6] «Ημέρα του Οικουμενισμού», Τρίερ, Γερμανία, 5η Μαΐου 2012
[7] Ἱερός Ναός Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἑλσίνκι, 1η Μαρτίου 2015, κατά την Θεία Λειτουργία την Κυριακή της Ορθοδοξίας, προσεκάλεσε στο Ιερό Βήμα για συμπροσευχή την νυμφευμένη λεσβία «επίσκοπο» των αιρετικών Λουθηρανών, Irja Askola
[8] Κατά την 24η Σεπτεμβρίου 2014, ο Σεβ. Μητ. Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος οδήγησε δια της Ωραίας Πύλης τον ψευδο-Πατριάρχη των αιρετικών Μονοφυσιτών Αρμενίων κ. Αράμ, στην Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπου και ο αιρετικός την προσεκύνησε
[9] Την 28η Σεπτεμβρίου 2017 και ημέρα Πέμπτη εδικάσθη ερήμην ο π. Θεόδωρος Ζήσης επειδή αποτειχίσθηκε Ιεροκανονικώς για τα αίσχη του κ. Ανθίμου, και την 2α Οκτωβρίου 2017 και ημέρα Δευτέρα ο π. Νικόλαος Μανώλης για τους ιδίους λόγους
[10] Κατά την 9η Μαρτίου 2017, το Ορθόδοξο Κέντρο Πατερικών Μελετών «Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός», κατέθεσε μήνυση κατά του Σεβ. Μητ. κ. Χρυσοστόμου για σωρεία Ιεροκανονικών παραβάσεων
[11] Πράξ. κ΄ 28, «προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος»
[12] Ματθ. κγ΄ 14, «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν»
[13] Ιω. ι΄ 12, «ὁ μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει· καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα»
[14] Παραδείγματα από το τελικό κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρός τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον»: «ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν» (παρ. στ΄), «τοῦτο δέν συμπεριλαμβάνει ἁπάσας τάς ἑτεροδόξους Χριστιανικάς Ἐκκλησίας» (παρ. ιστ΄), «Ἡ Ἐκκλησία, αἱ Ἐκκλησίαι καί τό Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν» (παρ. ιθ΄), «μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν» (παρ. ιθ΄), «Οὐδεμία Ἐκκλησία ὑποχρεοῦται νά ἀλλάξῃ τήν ἐκκλησιολογίαν αὐτῆς» (παρ. ιθ΄), «δέν συνεπάγεται ὅτι ἑκάστη Ἐκκλησία ὀφείλει νά θεωρῇ τάς ἄλλας ὡς Ἐκκλησίας» (παρ. ιθ΄), κοκ.
[15] Η Εκκλησία της Ελλάδος έγινε μέλος του Π.Σ.Ε. το 1948 υπό του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού (Παπανδρέου)
[16] «Εγκύκλιος της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», παρ. 3 και παρ. 15
[17] «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρός τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», παρ. 4
[18] Συμφωνία του Σαμπεζύ, μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των Ανατολικών Ορθοδόξων «Εκκλησιών» (αντιχαλκηδόνιοι, αιρετικοί Μονοφυσίτες), εν Σαμπεζύ, Γενεύη, Ελβετία, Ιούνιος 1989 και Σεπτέμβριος 1990
[19] Συμφωνία του Μπαλαμάντ, μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της «Εκκλησίας» των Παπικών (Ρωμαιοκαθολικοί), Μπαλαμάντ, Λίβανος, Ιούνιος 1993, παρ. 13-14 και παρ. 30
[20] Συμφωνία της Ραβέννα, μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της «Εκκλησίας» των Παπικών (Ρωμαιοκαθολικοί), Ραβέννα, Ιταλία, Οκτώβριος 2007
[21] «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρός τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», παρ. 1
[22] «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρός τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», παρ. 6
[23] Συμφωνία του Πόρτο Αλέγκρε, Βραζιλία, 2006, παρ 5-7
[24] Συμφωνία του Πουσάν, Νότιος Κορέα, 2013, παρ. 14
[25] Δήλωση του Τορόντο, Καναδάς, 1950, Κεφ. 4, παρ. 3
[26] Ματθ. ε΄ 18, «ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται»
[27] Ματθ. κη΄ 20, «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν»
[28] Εβρ. δ΄ 14, «Ἔχοντες οὖν ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας»
[29] Β΄ Θεσ. β΄ 15, «στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν»
[30] Ματθ. ε΄ 37, «ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ· τὸ δὲ περισσὸν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν»
[31] Απόσπασμα από μήνυμα που ανέγνωσε ο Πρόεδρος του Ποντιφικού Συμβουλίου για την Προώθηση της Χριστιανικής Ενότητας, Καρδινάλιος Kurt Koch, κατά την θρονική εορτή του Οικ. Πατ. κ. Βαρθολομαίου στον Πατριαρχικό Καθεδρικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στην Κωνσταντινούπολη, μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, Νοέμβριος 2017
[32] Απόσπασμα από μήνυμα του Οικ. Πατ. κ. Βαρθολομαίου κατά την θρονική εορτή στον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέου, Νοέμβριος 2018
[33] Εισήγησις της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πρός την Σύναξιν των Ιεραρχών του Θρόνου, 29η Αυγούστου 2015, παρ. 27
[34] Πηδάλιον, Έκδοσις Τετάρτη του 1886, Τυπογραφείον Βλαστού Χ. Βαρβαρρήγου, υπό των Α. Στ. Γεωργίου και Απ. Φερετοπούλου, ΛΑ΄ Ιερός Αποστολικός Κανών, σελίς 39
[35] Β΄ Θεσ. γ΄ 6, «Παραγγέλλομεν δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν ἣν παρέλαβον παρ᾿ ἡμῶν»
[36] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 7, Άγιος Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων, Βιβλίον Γ΄, Κεφ. 3, σελίς 853-854
[37] Α΄ Κορ. ιστ΄ 13, «Γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε»
[38] Αποκ. γ΄ 16, «οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου»
[39] Ματθ. κδ΄ 48-51, «ἐὰν δὲ εἴπῃ ὁ κακὸς δοῦλος ἐκεῖνος ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, χρονίζει ὁ κύριός μου ἐλθεῖν, καὶ ἄρξηται τύπτειν τοὺς συνδούλους αὐτοῦ, ἐσθίῃ δὲ καὶ πίνῃ μετὰ τῶν μεθυόντων, ἥξει ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἐν ἡμέρᾳ ᾗ οὐ προσδοκᾷ καὶ ἐν ὥρᾳ ᾗ οὐ γινώσκει, καὶ διχοτομήσει αὐτόν, καὶ τὸ μέρος αὐτοῦ μετὰ τῶν ὑποκριτῶν θήσει· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων»
[40] «Τα 11 ψέματα στο κείμενο της Ι. Συνόδου προς τον Λαό», Πρωτοπ. π. Νικόλαος Μανώλης, Εφημέριος του Ι.Ν. Αγ. Σπυρίδωνος Τριανδρίας Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 4 Φεβρουαρίου 2017
[41] Ματθ. ε΄ 10, «μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»
[42] Εβρ. ιγ΄ 17, «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες· ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο»
[43] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 63, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ομιλία ΛΔ΄, σελίς 231
[44] Μάρκ. θ΄ 42-48, «καὶ ὃς ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, καλόν ἐστιν αὐτῷ μᾶλλον εἰ περίκειται λίθος μυλικὸς περὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ βέβληται εἰς τὴν θάλασσαν [...] ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν οὐ τελευτᾷ καὶ τὸ πῦρ οὐ σβέννυται»
[45] Ματθ. ζ΄ 15, «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες»
[46] Ιω. ι΄ 5, «ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ᾿ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν»
[47] Γαλ. α΄ 8, «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ᾿ ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω»
[48] Πράξεις ε΄ 29, «ἀποκριθεὶς δὲ Πέτρος καὶ οἱ ἀπόστολοι εἶπον· πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις»
[49] Ματθ. κβ΄ 37, «ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου»
[50] Ματθ. κβ΄ 39, «δευτέρα δὲ ὁμοία αὐτῇ· ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»
[51] Β΄ Θεσ. γ΄ 14, «εἰ δέ τις οὐχ ὑπακούει τῷ λόγῳ ἡμῶν διὰ τῆς ἐπιστολῆς, τοῦτον σημειοῦσθε, καὶ μὴ συναναμίγνυσθε αὐτῷ, ἵνα ἐντραπῇ»
[52] Ματθ. ιη΄ 7, «Οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀπὸ τῶν σκανδάλων· ἀνάγκη γάρ ἐστιν ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα· πλὴν οὐαὶ τῶν ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾿ οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται»
[53] Β΄ Κορ. στ΄ 17, «διὸ ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς»
[54] Ματθ. ζ΄ 1, «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε»
[55] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 63, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ομιλία ΛΔ΄, σελίς 232
[56] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 31, Μέγας Βασίλειος, Απόκρισις είς την Ερώτησιν ΣΞΑ΄, σελίς 1257
[57] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά Ε.Π.Ε.), Τόμος 4, Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «Πρός τόν εὐλαβέστατον ἐν Μοναχοῖς κύρ Διονύσιον», σελίς 404, «Τρίτον δέ εἶδος (ἀθεΐας), οὐ πόρρω τῆς ἀνωτέρω πονηρᾶς ξυνωρίδος, τό παραιτεῖσθαι τι λέγειν τῶν δεδογμένων περί Θεοῦ ὑπ’ ἀνευλαβοῦς εὐλαβείας...»
[58] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 50, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Λόγος είς τον Μακάριον Βαβύλαν, σελίς 547
[59] Ελληνική Πατρολογία (Σειρά MPG), Τόμος 99, Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, Επιστολή ΠΑ΄ πρός Παντολέοντι Λογοθέτη, σελίς 1321
[60] Στην «Πατριαρχική και Συνοδική Εγκύκλιο» της 12ης Ιουνίου του 1902, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Ιωακείμ Γ΄ ο Μεγαλοπρεπής, ο πρώτος Μασόνος Πατριάρχης σύμφωνα με τα επίσημα και δημόσια αρχεία της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, αναφέρεται στους Παπικούς και τους Προτεστάντες ώς «τῶν δύο μεγάλων τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀναδενδράδων», και προτρέπει στην έναρξη διαλόγων μεταξύ ημών των Ορθοδόξων και των αιρέσεων, τις οποίες και αναφέρει ώς «Εκκλησίες»